υποστροφή

υποστροφή
η
1) поворачивание назад; 2) мор. изменение курса; 3) мед. , юр. рецидив

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "υποστροφή" в других словарях:

  • ὑποστροφῇ — ὑποστροφή fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφή — fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποστροφή — η / ὑποστροφή, ΝΜΑ [υποστρέφω] 1. η προς τα πίσω στροφή, πισωγύρισμα, ξαναγύρισμα 2. επιστροφή για αντεπίθεση, επαναστροφή 3. (σχετικά με νόσο) επανεμφάνιση, υποτροπή, υποτροπιασμός νεοελλ. 1. αλλαγή τής πορείας ιστιοφόρου πλοίου με στροφή τής… …   Dictionary of Greek

  • ὑποστροφῆι — ὑποστροφῇ , ὑποστροφή fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφαῖς — ὑποστροφή fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφαί — ὑποστροφή fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφῆς — ὑποστροφή fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφῇσιν — ὑποστροφή fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφέων — ὑποστροφή fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφήν — ὑποστροφή fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστροφῶν — ὑποστροφή fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»